Παρίσι 1871 – Βαρσοβία 1944 – Κομπάνι 2019;

0
288

Λάβαμε 19/10/2019 από aenaikinisi.wordpress.com

του Sandro Moiso

Non abbiamo amici, solo le montagne-Δεν έχουμε φίλους, μόνο τα βουνά” (proverbio curdo-κουρδική παροιμία)

Τα τελευταία χρόνια έχουμε τελείως συνηθίσει με την χριστιανική ηθικολογία, με τον άνανδρο φτηνό και άχρηστο ειρηνισμό, τον λαϊκισμό και τον κυριαρχισμό-sovranismo[α] άθλιων πολιτικών, καθώς και την επιστροφή στη σκηνή των πιο θλιβερών εθνικιστικών ιδεολογιών και πολιτικών μετώπων του εικοστού αιώνα όπως και μια συμφεροντολογική αλληλεγγύη χρήσιμη μόνο στα παιχνίδια της πιο βρώμικης πολιτικής, έτσι ώστε να μη γνωρίζουμε πώς να αντιδράσουμε με τον σωστό διεθνισμό, επαναστατικό και ταξικό, στις τραγωδίες τα δράματα και τις εξεγέρσεις που ταράσσουν τον πλανήτη αυτές τις τελευταίες εβδομάδες.

Από την Rojava στο Ιράκ, από τον Ισημερινό στο Χονγκ Κονγκ, από τις γιγαντιαίες διαδηλώσεις νεολαίας για την προστασία του περιβάλλοντος, της κλιματικής δικαιοσύνης και των ειδών, ένα τεράστιο τελλουρικό κίνημα κλονίζει τις κοινωνίες, στην Ανατολή όπως στη Δύση ή στη Μέση Ανατολή.
Κάποτε τουλάχιστον θα είχαμε τραγουδήσει Ολόκληρος ο κόσμος εκρήγνυται … αλλά όχι σήμερα: ο καθένας τοποθετείται με έναν σκοπό και σε κάθε περίπτωση θα βρούμε εκείνους που τοποθετούνται στη βάση ενός από τα στοιχεία που αναφέρονται στην αρχή ή με ένα από τα δύο μέτωπα που αγωνίζονται επικαλούμενοι λόγους που προέρχονται από τη γκρίζα πολιτική των μετώπων που κληρονομήθηκε από τη δεκαετία του 1900.

Όλα αυτά δεν αποδυναμώνουν μόνο τα αγωνιζόμενα κινήματα ενάντια στο άδικο-άνισο παρόν, αλλά με αυτό τον τρόπο χάνεται κάθε διαυγής και αναγκαία ικανότητα να αναλύονται οι κινήσεις αυτού που θα πρέπει να είναι ο μόνος αντίπαλός μας (ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής) και εκείνα που θα έπρεπε να τεθούν σε κίνηση από ένα πραγματικά ανταγωνιστικό κίνημα.

Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, σε όλες τις μορφές τους, αρέσκονται να μιλάνε για θύματα, αδικίες, πόνο και τρόμο, με ένα τρόπο που δημιουργεί σύγχυση, όπως συνέβη στην πορεία της Ανάβασης της μνήμης στη Μπρέσια, όπου τοποθετήθηκαν δίπλα δίπλα θύματα και δήμιοι μιας βίας που φαίνεται να είναι περισσότερο μια εκδήλωση του απόλυτου Κακού παρά το προϊόν πραγματικών κοινωνικών αντιφάσεων και ταξικών μαχών. Έτσι, για να δώσoυμε ένα παράδειγμα, ο κομισάριος Calabresi μπορεί να τοποθετηθεί αμέσως μετά τον αναρχικό Serantini, ενώ του Giuseppe Pinelli δεν βρίσκεται κανένα ίχνος σε αυτή τη διαδρομή.

Έτσι, σε αυτές τις δραματικές ώρες, ενώ ο δεύτερος στρατός του ΝΑΤΟ, υποστηριζόμενος από τις φονταμενταλιστικές πολιτοφυλακές, άρχισε να συντρίβει την κουρδική αντίσταση στη Rojava, όλοι έσπευσαν να καταγγείλουν τη γενοκτονία (την οποία ο Ερντογάν προφανώς προγραμμάτιζε εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα) και να καταδικάσουν την τουρκική δράση, αλλά χωρίς ποτέ να αγγίξουν το θέμα της οργανωτικής, πολιτικής, οικονομικής, περιβαλλοντικής, ισότητας φύλου και στρατιωτικής εμπειρίας που οι κουρδικές δημοκρατικές δυνάμεις επιδιώκουν-προωθούν εδώ και χρόνια σε μια από τους πιο καυτές περιοχές (από στρατιωτική και γεωπολιτική άποψη ) του πλανήτη (qui).

Εάν το θέμα των προσφύγων το περασμένο καλοκαίρι, όταν η θεσμική αριστερά προετοίμαζε την ανάξια επιστροφή της στην κυβέρνηση, είδε γενναιόδωρες και άφθονες κινητοποιήσεις, η κινητοποίηση σε αλληλεγγύη με τους κούρδους της Ροζάβα και τις μονάδες μάχης και προστασίας τους αντιμετώπισε μεγαλύτερες δυσκολίες, έτσι ώστε οι διαδηλώσεις για την υποστήριξή τους, έστω και αν τις τελευταίες μέρες έχουν δει τους αριθμούς τους να διευρύνονται, δεν υπήρξαν ποτέ μέχρι σήμερα τόσο ενοποιημένες ή αρκετά ισχυρές ώστε να μπορούν να πιέσουν μια άθλια και φοβισμένη κυβέρνηση, ανίκανη να πάρει θέση ακριβώς λόγω των συμφερόντων των περισσότερων από 1.400 ιταλικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία, με την οποία οι εμπορικές συναλλαγές κυμαίνονται περίπου στα 20 δισ. ευρώ ετησίως.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, μετά, οι αμφιβολίες πολλών «συντρόφων» ή εκείνων που υποτίθεται πως είναι τέτοιοι θα προέρχονταν από το γεγονός ότι οι κούρδοι της Ροζάβα αποδέχτηκαν, για να μπορέσουν να οπλιστούν, την αμερικανική βοήθεια στην περίοδο του αιματηρού αγώνα τους εναντίον του ISIS, με τον οποίο αντιπροσώπευσαν τη μοναδική πραγματική στρατιωτική νικηφόρα αντιπαράθεση στον επεκτατισμό του Daesh στη Μέση Ανατολή.

Άλλοι, πάλι, ανίκανοι να σκεφτούν στη Ρωσία του Πούτιν ως έναν από τους πολλούς παίκτες του ιμπεριαλισμού στην περιοχή, δεν καταφέρνουν να ξεχωρίσουν τον πολιτικό και διπλωματικό αλλά και στρατιωτικό ακτιβισμό του νέου τσάρου της Μόσχας από τις προσωπικές και αδικαιολόγητες νοσταλγικές φαντασιώσεις τους σχετικά με την ΕΣΣΔ σταλινικής μνήμης, συμβάλλοντας έτσι στην προβολή των ιδεωδών για μέτωπα στον σύγχρονο κόσμο που συνέβαλαν ήδη στην καταστροφή του ευρωπαϊκού προλεταριάτου και της αυτόνομης ταξικής του πρωτοβουλίας κατά την διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου.

Δυστυχώς, όμως, ακόμη και όσοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να υποστηρίξουν και να υπερασπιστούν την εμπειρία της Ροζάβα, ξεχνούν την Ιστορία και μπορούν να εξαπατούν τους εαυτούς τους πως μια αλλαγή συμμαχίας (το πέρασμα των κουρδικών πολιτοφυλακών στο πλευρό των στρατευμάτων του Assad, με την αόριστη υποστήριξη της Ρωσίας) ή μια ευρωπαϊκή διπλωματική παρέμβαση μπορούν να συμβάλουν στην επίλυση της στρατιωτικής κατάστασης στον αγωνιστικό χώρο. Όχι, αγαπητοί σύντροφοι, κι εσείς κάνετε λάθος. Ειδικά όταν υπερασπίζεστε την Rojava βάζοντας σε πρώτο πλάνο τη δράση της κατά του ISIS αντί της σημασίας του πολιτικού πειράματος της.

Ξεχνώντας την ιστορία, αγνοείτε μερικά πράγματα που δεν είναι καθόλου δευτερεύοντα.Το πρώτο δίδεται από το γεγονός ότι κανένας εκπρόσωπος του διεθνούς ιμπεριαλισμού, παρά τις σοβαρές πολιτικο-στρατιωτικές και οικονομικο-εδαφικές αντιφάσεις που τον στενεύουν, θα μπορούσε ποτέ να υπερασπιστεί με πίστη και επαρκή μέσα ένα κοινωνικό πείραμα που αποσκοπεί στην αντικατάσταση του και εκείνη του τρόπου παραγωγής του και των κοινωνικών σχέσεων δύναμης που τον στηρίζουν, που είναι η βάση του..

Όχι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες »πρόδωσαν», αλλά και οι ευρωπαίοι, ακόμα και όταν προσποιούνται ότι καταδικάζουν τον κυρίαρχο της Άγκυρας. Του οποίου η στρατιωτική δύναμη, η γεωπολιτική θέση και, για άλλη μια φορά, οι εμπορικές συναλλαγές (80 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως μόνο με την Ευρώπη) είναι πιο σημαντικά για το Νατο και τη Δύση από οποιαδήποτε άλλη ανθρωπιστική και «δημοκρατική» θεώρηση.
Αντιθέτως στην πραγματικότητα, ίσως, κανείς δεν έχει προδώσει, ούτε καν ο Trump: απλά ο καθένας έχει ενεργήσει ή ενεργεί με βάση το δικό του συμφέρον προτεραιότητας. Στην κορυφή του οποίου σίγουρα δεν στέκεται το κουρδικό ζήτημα ή η σωτηρία της Ροζάβα. ενώ ο καθένας είναι πρόθυμος να στείλει τις κανονιοφόρους του για την άμυνα των πετρελαϊκών κοιτασμάτων, όπως συμβαίνει αυτή τη ώρα για τα κυπριακά κοιτάσματα (qui), δεν εμποδίζουν συλλογικά και αμέσως την πώληση όπλων στο καθεστώς της Άγκυρας.

Το δεύτερο ζήτημα είναι ακόμη απλούστερο, ακόμη και αν, μόλις ξεχαστεί η Ιστορία των κοινωνικών και στρατιωτικών συγκρούσεων, φαίνεται σήμερα πιο δύσκολο να κατανοηθεί. Η τραγωδία που πρόκειται να πραγματοποιηθεί στη Kobane, και στα άλλα μέρη όπου το πείραμα του κουρδικού δημοκρατικού συνομοσπονδισμού έχει εκδηλωθεί ως επί το πλείστον, έχει ήδη συμβεί άλλες φορές στην ιστορία των τελευταίων 148 ετών.

Πράγματι, μετά την ήττα των γαλλικών στρατευμάτων και του Ναπολέοντα ΙΙΙ στο Sedan το 1870, οι πρώσσοι διοικητές δεν είχαν καμία δυσκολία να αφήσουν ένα μέρος του γαλλικού στρατού να επανεξοπλιστεί για να καταστείλει στο αίμα το πείραμα της Παρισινής Κομμούνας, πρώτη μορφή πολιτικής αυτοδιαχείρισης, στρατιωτικής και οικονομικής του γαλλικού και ευρωπαϊκού προλεταριάτου. Ο τοίχος των ομόσπονδων στο νεκροταφείο του Père-Lachaise, όπου στις 28 μαΐου του 1871 εκτελέστηκαν 147 κομμουνάροι οι οποίοι επέζησαν μετά από την πτώση της πόλης στα χέρια των στρατευμάτων των Βερσαλιών, είναι ακόμη εκεί να μας το υπενθυμίζει, αν και πολλοί τρέχουν για να επισκεφθούν εκείνο το νεκροταφείο ως τουρίστες μόνο επειδή εκεί υπάρχει ο τάφος του Jim Morrison.

Η προώθηση των στρατευμάτων του Assad, από την άλλη πλευρά, θα είναι αργή. Ο Πούτιν δεν θέλει μια διαίρεση της Συρίας που να θέτει σε κίνδυνο την παρουσία των ρωσικών βάσεων στην περιοχή εκείνη και, ταυτόχρονα δεν θέλει να ερεθίσει το νέο του συμπέθερο Ερντογάν, τον οποίο βοήθησε να οπλιστεί με τα πιο σύγχρονα συστήματα άμυνας και επίθεσης που διατίθενται σήμερα από την ρωσική στρατιωτική τεχνολογία, την ώρα που ο συριακός στρατός κινείται προς το Κομπάνι, αλλά πότε θα φτάσει δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με σιγουριά.
Λόγος για τον οποίο ισχύει ένα δεύτερο παράδειγμα εδώ.

Ο καθένας θυμάται την ένδοξη και απελπισμένη εξέγερση του γκέτο της Βαρσοβίας την άνοιξη του 1943 (19 απριλίου – 16 μαΐου). Το μόνο γκέτο που αντέδρασε-εξεγέρθηκε ενάντια στη γερμανική προσπάθεια να εκτοπισθούν όλοι οι κάτοικοί του, είδε περίπου πεντακόσιους πρόχειρα οπλισμένους νεαρούς (κυρίως με περίστροφα και κοκτέιλ molotov) να κρατούν για ένα μήνα σχεδόν, υπό τη διοίκηση του Marek Edelman (μέλος της Bund – Γενικής Ένωσης των Εργαζόμενων Εβραίων), απέναντι σε χιλιάδες γερμανούς στρατιώτες και μέλη των SS.
Ωστόσο είναι λιγότεροι εκείνοι που θυμούνται την εξέγερση του επόμενου έτους (1 αυγούστου – 2 οκτωβρίου 1944), όταν ολόκληρη η πόλη εξεγέρθηκε ενάντια στη ναζιστική κατοχή, ενώ τα σοβιετικά στρατεύματα βρίσκονταν ήδη στις πόρτες της ίδιας. Οι μάχες οδήγησαν σε μια πρώτη υποχώρηση των στρατευμάτων της Wermacht, αλλά στη συνέχεια επέστρεψαν σε ισχύ για να νικήσουν την πολωνική αντίσταση και να σφαγιάσουν δεκάδες χιλιάδες κατοίκων (συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών, φυσικά) κάτω από τα ατάραχα μάτια των σοβιετικών διοικητών που έφεραν τα στρατεύματα στα ερείπια της πόλης μόνο τον ιανουάριο του 1945.

Ο Στάλιν και οι σοβιετικοί σίγουρα προτιμούσαν να γίνουν μάρτυρες της σφαγής και της καταστροφής της πόλης σύμβολο της πολωνικής αντίστασης από την ανατολική όχθη του Βιστούλα, αντί να βοηθήσουν έναν λαό που θεωρείται όχι μόνο εχθρικός αλλά και θαρραλέος, αντάρτης και σθεναρά επιθυμών την ανεξαρτησία.
Ακριβώς εκείνο τον λαό που τόσο τη Πρώτη διεθνής όσο και ο Μαρξ και οι γκαριμπαλντίνοι εθελοντές, κατά τη διάρκεια δύο ατυχών εκστρατεύσεων (εκείνη του Francesco Nullo, που πυροβολήθηκε από τσαρικούς στρατιώτες στην Krzykawka, στις 5 μαΐου 1863, και εκείνη του Stanislao Bechi, που έπεσε στην Włocławek στις 17 δεκεμβρίου 1863) προσπάθησαν να στηρίξουν κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του 1863 κατά της τσαρικής κυριαρχίας.

Σε εβδομήντα χρόνια το ένα από το άλλο, αυτά τα επεισόδια φαίνεται να προβλέπουν εκείνη που θα είναι η τύχη του συνομοσπονδιακού πειράματος της Rojava, ελλείψει μιας μεγαλύτερης διεθνούς αλληλεγγύης σε παγκόσμια κλίμακα, εκτός εάν οι ίδιοι οι κούρδοι επιλέξουν ένα δρόμο αποκήρυξης των ιδανικών τους.
Η τουρκική εισβολή στη βορειοανατολική Συρία έχει διαφορετικά κίνητρα και ακόμη πιο διαφορετικές είναι οι αντιφάσεις επί τόπου που θα κάνουν την Εγγύς Ανατολή τον τόπο όπου πιθανόν θα ξεσπάσει η επόμενη παγκόσμια διαμάχη-σύγκρουση, αλλά ώστε αυτή η τελευταία πιθανότητα ξεδιπλωθεί σε όλη τη φρικτή της αποφασιστικότητα και δύναμη είναι απαραίτητο να ηττηθεί, να υποταχθεί και να καταστραφεί η Ροζάβα. Πιθανότατα στην ασήμαντη φλυαρία της Ευρώπης (η οποία σε εκείνα τα βράχια θα καταλήξει να βυθιστεί όπως στο Μόναχο τον σεπτέμβριο του 1938), στον εκκωφαντικό θόρυβο των διπλωματικών ελιγμών των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας, στην γκρίνια αντιπολιτεύσεων που μετά την απώλεια του φάρου του διεθνισμού πολύ συχνά χάνονται στην πολιτική των μετώπων και στις ιδεολογικές διαμάχες που πλέον έχουν μουμιοποιηθεί, και, κυρίως, μεταξύ των κραυγών, των θρήνων, των παραπόνων και των βλασφημιών των τραυματιών και των ετοιμοθανάτων, των μαχητών και των αμάχων της Ροζάβα. Δηλαδή αυτής της νέας Κομμούνας στο κέντρο της κόλασης που έρχεται.

Μια περιοχή στην οποία, για άλλη μια φορά, θα παιχτεί ένα κυνικό και αδίστακτο παιχνίδι στο δέρμα των πιο αδύναμων, όπου και οι πρόσφυγες θα γίνονται όλο και περισσότερο όπλα εκβιασμού απέναντι στους ευρωπαίους «συμμάχους» ή αυθεντικά μόλις μετακινηθούν στην Βόρειο-ανατολική Συρία και κληθούν να υπερασπιστούν την περιοχή που τους ανατέθηκε από το νέο Σαλαντίν, εναντίον των κούρδων. Και αυτή είναι μια απολύτως όχι νέα ιστορία αν σκεφτούμε ότι η Γαλλία αποίκησε την Αλγερία απελαύνοντας εκεί πολλούς από εκείνους που ξεσηκώθηκαν το 1848, το Ηνωμένο Βασίλειο την Αυστραλία απελαύνοντας υποπρολετάριους και επαναστάτες ιρλανδούς, μόνο για να κάνουμε δύο ιστορικές αναφορές στα γρήγορα.

Ενώ σε μια πολιτικά άνανδρη χώρα εδώ και πολύ καιρό, όπου βρίσκονται υπό έρευνα οι μαχητές που επιστρέφουν από τις κουρδικές πολιτοφυλακές, οι προδότες του Abdullah Öcalan 1, και οποιασδήποτε άλλης εναλλακτικής λύσης που δεν εξυπηρετεί πιστά τα συμφέροντα του εθνικού και του διεθνούς κεφαλαίου, υποκρίνονται ότι ξεσκίζουν τα ρούχα τους, ενώ απλά τα τσαλακώνουν λιγάκι, μονάχα.


  1. Το 1998 οι συριακές αρχές επέλεξαν να μην παραδώσουν στους Τούρκους τον ηγέτη του ΡΚΚ, αλλά τον διέταξαν να εγκαταλείψει τη χώρα. Για τον Οτσαλάν ήταν η αρχή μιας μακράς οδύσσειας προς αναζήτηση πολιτικού ασύλου κατά τη διάρκεια του οποίου κατέφυγε πρώτα στη Ρωσία από την οποία κλήθηκε να φύγει μετά από λίγες μέρες.
    Από τη Μόσχα ο Öcalan έφθασε στη Ρώμη στις 12 νοεμβρίου 1998, όπου ο ηγέτης του PKK παραδόθηκε στην ιταλική αστυνομία, ελπίζοντας να λάβει πολιτικό άσυλο, αλλά η απειλή μποϊκοτάζ προς τις ιταλικές εταιρείες ώθησε την κυβέρνηση D’Alema να επανεξετάσει. Δεν ήταν σε θέση να εκδώσει τον Οτσαλάν στην Τουρκία, και λόγω της καθυστέρησης στην παροχή του δικαιώματος ασύλου, που αναγνωρίστηκε στον Οτσαλάν πολύ αργά, στις 16 ιανουαρίου 1999, μετά από 65 ημέρες, ο Öcalan πείστηκε να φύγει για το Ναϊρόμπι. Η »υπόθεση Οτσαλάν» υπήρξε πηγή επικρίσεων στην κυβέρνηση D’Alema, κατηγορούμενη, μεταξύ άλλων, ότι παραβίασε τα άρθρα 10 και 26 του ιταλικού Συντάγματος που ρυθμίζουν το δικαίωμα ασύλου και απαγορεύουν την παθητική έκδοση σε σχέση με πολιτικά εγκλήματα.
    Στις 15 φεβρουαρίου 1999 o Öcalan fσυνελήφθη από πράκτορες των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών του Mill İstihbarat Teşkilatı [9] κατά τη διάρκεια μιας μεταφοράς του από την έδρα της ελληνικής διπλωματικής αντιπροσωπείας στην Κένυα στο αεροδρόμιο του Ναϊρόμπι και μεταφέρθηκε στην Τουρκία όπου κλείστηκε αμέσως σε φυλακή μέγιστης ασφαλείας. Όπου εξακολουθεί να εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης
[α] sovranismo: πολιτικό δόγμα που υποστηρίζει τη διατήρηση ή την εκ νέου απόκτηση της εθνικής κυριαρχίας από έναν λαό ή ένα Kράτος, σε αντίθεση με τις εκκλήσεις και τις πολιτικές των διεθνών και υπερεθνικών οργανισμών