Αθήνα: Ανταπόκριση από τη 2η συνεδρίαση της δίκης του Θοδωρή Σίψα [14/10/2016]

0
178

Ανταπόκριση από τη 2η συνεδρίαση της δίκης του Θοδωρή Σίψα (14/10/2016)

Στις 14 Οκτωβρίου 2016 συνεχίστηκε η δίκη για την υπόθεση του εμπρησμού της τράπεζας Marfin και του βιβλιοπωλείου Ιανός, για την οποία κατηγορούνται ο σύντροφος Θοδωρής Σίψας και ο Π.Α αντίστοιχα. Κατά τη 2η αυτή συνεδρίαση εξετάστηκαν συνολικά 17 μάρτυρες. Οι πρώτοι 10 ήταν υπάλληλοι της τράπεζας, που περιέγραψαν αναλυτικά τις στιγμές μετά την επίθεση, χωρίς να προσφέρουν όμως κάτι ουσιαστικό στην ακροαματική διαδικασία. Το βασικό στοιχείο που οφείλουμε να κρατήσουμε από τις μαρτυρίες τους είναι το ότι κανείς/καμία τους δεν αναγνώρισε στο πρόσωπο του Θοδωρή Σίψα κάποιον εκ των δραστών. Οφείλουμε, επίσης, να αναδείξουμε τη στάση των συνηγόρων της πολιτικής αγωγής, οι οποίοι με σχετικές ερωτήσεις ήθελαν να δημιουργήσουν την εντύπωση πως δεν υπήρξαν ενδείξεις αλληλεγγύης προς τους υπαλλήλους της Marfin από τον κόσμο που συμμετείχε στη διαδήλωση και πως, αντιθέτως, όλοι οι διερχόμενοι διαδηλωτές τους έβριζαν και τους πετούσαν πέτρες και άλλα αντικείμενα. Στη συνέχεια κατέθεσαν 3 πυροσβέστες που συμμετείχαν στην κατάσβεση της πυρκαγιάς. Η στάση των συνηγόρων της πολιτικής αγωγής ήταν και πάλι ενδεικτική. Με τις ερωτήσεις τους ήθελαν να δημιουργήσουν την εντύπωση πως αφενός οι διαδηλωτές δεν επέτρεψαν στα οχήματα της πυροσβεστικής να προσεγγίσουν την τράπεζα, μιλώντας συγκεκριμένα για άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου, αφετέρου πως κανένας πολίτης δε βοήθησε με κανέναν τρόπο στην κατάσβεση της φωτιάς.

Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη πυροσβέστης, που ήταν η οδηγός ενός εκ των οχημάτων, αναφέρθηκε σε διαδηλωτές που επιχείρησαν αρχικά να την παρεμποδίσουν, από το φόβο πως η παρουσία των πυροσβεστικών οχημάτων θα μπορούσε κατά κάποιον τρόπο να λειτουργήσει κατασταλτικά. Έπειτα, όμως, από διευκρινίσεις σχετικά με τον εγκλωβισμό ανθρώπων στο υποκατάστημα της Marfin της επιτράπηκε να προσεγγίσει το σημείο. Ο δεύτερος πυροσβέστης αναφέρθηκε εκ νέου σε αρχική παρεμπόδιση των οχημάτων από τους διαδηλωτές και κατέθεσε πως τη στιγμή που έφτασε στο σημείο υπήρχαν δυο πολίτες που προσπαθούσαν με πυροσβεστήρες να σβήσουν την πυρκαγιά. Οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής αντέδρασαν έντονα, εγκαλώντας τον μάρτυρα για το γεγονός πως δεν είχε αναφέρει αυτή τη λεπτομέρεια στην αρχική του κατάθεση, και υπονοώντας πως κατά κάποιον τρόπο πιέστηκε να το καταθέσει στο δικαστήριο. Ο ίδιος απάντησε πως δεν το κατέθεσε αρχικά επειδή δεν το θεώρησε σημαντικό και πως δεν έχει κανένα λόγο να αποκρύψει στοιχεία ή να πει ψέμματα. Επίσης, τον ρώτησαν αν αντιλήφθηκε χρήση δακρυγόνων από την αστυνομία. Ο μάρτυρας απάντησε πως λόγω της χρήσης της αντιασφυξιογόνου μάσκας δε θα μπορούσε μάλλον να αντιληφθεί πιθανή χρήση δακρυγόνων και πως είχε αφοσιωθεί στο έργο της κατάσβεσης, χωρίς να παρατηρεί τι γίνεται γύρω του. Κατά την κατάθεση του δεύτερου πυροσβέστη η μία εκ των συνηγόρων του συντρόφου δήλωσε πως η πολιτική αγωγή προσπαθεί να δημιουργήσει κλίμα και επιχειρεί να κατηγορήσει ως υπεύθυνη του εμπρησμού τόσο ολόκληρη τη διαδήλωση όσο και τον Θοδωρή Σίψα ως έναν από τους συμμετέχοντες σε αυτήν. Η κατάθεση του τρίτου πυροσβέστη επιβεβαίωσε λίγο-πολύ τα προλεγόμενα των συναδέλφων του, ενώ στην ερώτηση της πολιτικής αγωγής περί της χρήσης δακρυγόνων από την αστυνομία απάντησε κατηγορηματικά πως δεν αντιλήφθηκε κάτι τέτοιο.

Στη συνέχεια κατέθεσε ο βασικότερος ίσως μάρτυρας στην υπόθεση· ο ιδιοκτήτης του περιπτέρου που βρίσκεται δίπλα στο υποκατάστημα της Marfin. Όπως αποδείχτηκε σύντομα, η κατάθεσή του θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η πιο κρίσιμη μέσα στη συγκεκριμένη δικογραφία, καθώς, όπως ισχυρίστηκε, βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τους φερόμενους ως δράστες του εμπρησμού. Καταρχάς συστήθηκε ως άτομο με εμπειρία στην αναγνώριση προσώπων (!) και πιο συγκεκριμένα ως άτομο που υπηρέτησε στο δεύτερο γραφείο του στρατού, το περιβόητο “Α2”, που αποτελεί εσωτερική υπηρεσία πληροφοριών του στρατού, κάτι που προκάλεσε αίσθηση. Επίσης, αμφισβήτησε την κατάθεση ενός προηγούμενου μάρτυρα, αποδεικνύοντας ουσιαστικά πως παρακολουθούσε κανονικά την ακροαματική διαδικασία, κάτι που απαγορεύεται με βάση τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Εξαρχής, έκανε λόγο για μία ομάδα 6 ατόμων με επικεφαλής, που δρούσαν συντονισμένα και περιέγραψε αναλυτικά τη δράση τους. Αρχικά δήλωσε πως πήγαινε κάθε μέρα στη ΓΑΔΑ για αναγνωρίσεις και καταθέσεις, πράγμα που αναίρεσε στη συνέχεια, έπειτα από ερώτηση ενός εκ των συνηγόρων υπεράσπισης, λέγοντας πως ήταν σχήμα λόγου και πως είχε πάει απλώς κάποιες φορές. Πρόσθεσε πως κατά την προανάκριση η αστυνομία επιχείρησε να τον μπερδέψει, δείχνοντάς του φωτογραφίες από χούλιγκανς του Ολυμπιακού. Τελικά, μέσα από το φωτογραφικό υλικό της διαδήλωσης αναγνώρισε σε εκείνη τη φάση τρεις εκ των φερόμενων ως δραστών. Κάποια στιγμή η πρόεδρος του έδειξε μια φωτογραφία ρωτώντας τον αν αναγνωρίζει ένα συγκεκριμένο άτομο, το οποίο και αναγνώρισε ως καθοδηγητή της ομάδας, και το οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται στα 3 άτομα που είχε αναγνωρίσει στη ΓΑΔΑ. Ξαφνικά, και ενώ η κατάθεσή του βρισκόταν σε εξέλιξη, γύρισε προς το μέρος του συντρόφου και δήλωσε κατηγορηματικά πως τον αναγνωρίζει ως άτομο που συμμετείχε στη συγκεκριμένη ομάδα. Η δήλωσή του προκάλεσε εύλογα αίσθηση, αναγκάζοντας την πρόεδρο να τον ρωτήσει πώς είναι τόσο σίγουρος γι’ αυτό, για να απαντήσει προκλητικά πως τον αναγνωρίζει από τον σωματότυπο και από το άκομψο, αντρικό του περπάτημα (!), πως κατά τη στιγμή του εμπρησμού πέρασε από δίπλα του και πως έχει έναν πολύ προσωπικό τρόπο να αναγνωρίζει πρόσωπα που δεν μπορεί να τον μοιραστεί ακριβώς με την έδρα. Στη συνέχεια, βέβαια, δήλωσε πως δεν είδε ακριβώς τη στιγμή της επίθεσης και πως δεν είδε ακριβώς ποια άτομα συμμετείχαν σε αυτήν, αλλά πως ο ίδιος πέρασε μέσα από την ομάδα που θεωρεί πως επιτέθηκε στη Marfin. Τέλος, ισχυρίστηκε πως ο ίδιος μαζί με κάποιους ματατζήδες προσπάθησαν να ανοίξουν την πόρτα της Marfin, με ένα λοστό που, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, πήρε από τα χέρια ενός «νέγρου» (!), αν και στη συνέχεια, είπε πως αυτός ο «νέγρος» μπορεί και να αποτελεί προϊόν της φαντασίας του (!).

Οι αντιφάσεις και οι ανακρίβειες ανάγκασαν ακόμα και τους συνηγόρους της πολιτικής αγωγής να του εξηγήσουν πως πρέπει να κατανοήσει το τι διακυβεύεται μέσα από την κατάθεσή του. Τον ρώτησαν αν υπήρχε έστω και ένα άτομο σε αυτή την ομάδα με ακάλυπτα χαρακτηριστικά και απάντησε όχι. Σε καμία από τις φωτογραφίες που του έδειξαν στην αστυνομία δεν αναγνώρισε τον Θοδωρή Σίψα και ξεκαθάρισε πως μίλησε μόνο για σωματότυπο. Σε κάθε περίπτωση, δημιούργησε σοβαρά ερωτηματικά το γεγονός πως ο συγκεκριμένος μάρτυρας “αναγνώρισε” τον σύντροφο για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της πρώτης συνεδρίασης στις 19/9/2016 από το περπάτημά του, χωρίς να έχει αναφέρει κάτι σχετικό στις προηγούμενες καταθέσεις του. Με άλλα λόγια, και πάντα σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, δεν τον είχε ξαναδεί από την 5 Μάη του 2010, ούτε κατά τη διάρκεια κάποιων άλλων συνεδριάσεων που είχαν αναβληθεί στο παρελθόν ούτε μέσω φωτογραφιών. Έπειτα από επίμονες ερωτήσεις των συνηγόρων υπεράσπισης ο μάρτυρας παραδέχτηκε, τελικά, πως απλώς ο σωματότυπος και το περπάτημα του συντρόφου μοιάζουν με το σωματότυπο και το περπάτημα ενός ατόμου που ο ίδιος εκτιμά πως συμμετείχε στην ομάδα που επιτέθηκε στον Ιανό και τη Marfin. Σχολιάζοντας την κατάθεση του συγκεκριμένου μάρτυρα, οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής τόνισαν πως η πρώτη του κατάθεση έγινε στη ΓΑΔΑ στις 11/5/2010, πριν δηλαδή η αστυνομία λάβει το φωτογραφικό υλικό βάσει του οποίου έχει στηθεί η δικογραφία και πως οι φωτογραφίες που παραδόθηκαν αργότερα στη ΓΑΔΑ επιβεβαιώνουν την κατάθεσή του. Με αυτό θέλησαν να καταδείξουν την αξιοπιστία του μάρτυρα. Αντιθέτως, η μία εκ των συνηγόρων υπεράσπισης δήλωσε στο τέλος εμφατικά πως δεν μπορεί να κατηγορηθεί κάποιος με μόνο στοιχείο το σωματότυπο, τονίζοντας πως ο μάρτυρας είναι αναξιόπιστος, φάσκει και αντιφάσκει διαρκώς, μιλάει στο περίπου και με σχήματα λόγου, και προσπαθεί να εντυπωσιάσει, να αναβαθμίσει το ρόλο του και να τοποθετηθεί μέσα στα γεγονότα, αναδεικνύοντας, έτσι, τις αντιφάσεις και τις ανακρίβειές του. Τέλος, ζήτησε από την έδρα ο συγκεκριμένος μάρτυρας να ξαναπαρουσιαστεί στις επόμενες συνεδριάσεις, για τυχόν συμπληρωματική κατάθεση.

Στη συνέχεια, κατέθεσαν ένας μάρτυρας που βρισκόταν εκείνη τη στιγμή παραπλεύρως της πορείας και παρακολουθούσε τη διαδήλωση και μία υπάλληλος από το βιβλιοπωλείο Ιανός, που αν και είδαν το περιστατικό του εμπρησμού και περιέγραψαν τις κινήσεις των φερόμενων ως δραστών δεν προσέφεραν κάτι ουσιαστικό στη διαδικασία. Τέλος, κατέθεσε ο δημοσιογράφος και φωτογράφος Προβόπουλος ο οποίος κάλυπτε εκείνη τη μέρα δημοσιογραφικά τη διαδήλωση και τραβούσε φωτογραφίες από το πατάρι του Ιανού. Όπως αποδεικνύεται, οι φωτογραφίες που παρέδωσε στη ΓΑΔΑ αποτελούν το βασικό υλικό πάνω στο οποίο έχει στηθεί η δικογραφία και με βάση το οποίο επιχειρείται να στοιχειοθετηθούν οι κατηγορίες. Ο Προβόπουλος περιέγραψε αναλυτικά τη δράση της ομάδας που θεωρεί πως επιτέθηκε στον Ιανό και τη Marfin. Επίσης, ανέφερε πως αμέσως μετά τον εμπρησμό της τράπεζας ο διευθυντής τότε του Ιανού (επίσης μάρτυρας στη συγκεκριμένη δίκη) προσπάθησε να κατασβέσει τη φωτιά με έναν πυροσβεστήρα, αναιρώντας έτσι τους προηγούμενους ισχυρισμούς της πολιτικής αγωγής. Η κατάθεση του Προβόπουλου δημιούργησε ερωτηματικά στην πρόεδρο του δικαστηρίου, καθώς η μαρτυρία του φαίνεται να στηρίζεται περισσότερο στην εκ των υστέρων ανάλυση των φωτογραφιών του παρά σε όσα είδε όσο βρισκόταν εκεί και ειδικά κατά τη στιγμή του εμπρησμού της Marfin. Επί της ουσίας, είχε αντίληψη του πριν και του μετά, αλλά όχι της στιγμής που πραγματοποιήθηκε η επίθεση. Αυτό που ισχυρίστηκε χοντρικά είναι πως, καθώς βρισκόταν κυρίως πίσω από το φακό, είχε μία γενική εικόνα-αίσθηση για μια ομάδα ατόμων με καλυμμένα χαρακτηριστικά που θα μπορούσε δυνητικά να είναι οι δράστες της επίθεσης, τα οποία στη συνέχεια εντόπισε στις φωτογραφίες που είχε τραβήξει. Η όποια αναγνώριση, λοιπόν, ήρθε σε δεύτερο χρόνο, ενώ η συμβολή του ως αυτόπτη μάρτυρα φαίνεται να δημιούργησε αμφιβολίες. Ένας εκ των συνηγόρων υπεράσπισης του έδειξε στη συνέχεια μία από τις φωτογραφίες που ο ίδιος είχε παραδώσει στην αστυνομία. Η φωτογραφία ήταν σε μεγέθυνση και ολόκληρη ενώ στο φάκελο της δικογραφίας εμφανίζεται σκοτεινή, σε χαμηλή ανάλυση και σε τρία μέρη. Ο συνήγορος υποστήριξε πως αυτό είναι εσκεμμένο και καταδεικνύει τη σκευωρία της αστυνομίας και το σαθρό των στοιχείων με βάση τα οποία στοιχειοθετούνται κατηγορίες που επισύρουν ισόβια κάθειρξη. Στο σημείο αυτό υπήρξε έντονη φραστική αντιπαράθεση ανάμεσα στην πολιτική αγωγή και την υπεράσπιση, όταν οι συνήγοροι της πρώτης ζήτησαν διευκρινίσεις επί της συγκεκριμένης τοποθέτησης. Το ουσιαστικό πάντως από την κατάθεση του συγκεκριμένου μάρτυρα είναι η κατηγορηματική του δήλωση πως δεν αναγνωρίζει κανέναν από τους δύο κατηγορούμενους.

Η δίκη θα συνεχιστεί στις 27 και 31 Οκτωβρίου στις 9:00, στο Πρωτοδικείο Αθηνών (Οδός Δέγλερη).

Να είμαστε όλες/οι εκεί!

Κάτω τα χέρια από τον Θοδωρή Σίψα!

Συνέλευση Αλληλεγγύης στον σύντροφο Θ. Σίψα

Αναδημοσίευση από ts-solidarity.espivblogs.net