Συνέντευξη με ένα ταπεινό πιστό

0
172

ΕΡΩΤΗΣΗ: Πώς ονομάζεσαι;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Άνεργος.

Ε: Ποιοι είναι οι γονείς σου;

Α: Ο πατέρας μου ήταν εργάτης, καθώς και ο παππούς μου και ο προπάππος μου. Αλλά οι πρόγονοί μου ήταν δουλοπάροικοι και σκλάβοι. Η μάνα μου ονομάζεται Φτώχεια.

Ε: Από πού έρχεσαι και πού πηγαίνεις;

Α: Έρχομαι από τη Φτώχεια και πηγαίνω στην Εξαθλίωση, περνώντας κάποια χρόνια από τη πενιχρή μισθωτή εργασία όπου το κορμί μου ήταν η πηγή για να γεμίζουν τα χρηματοκιβώτια των αφεντικών με τον ιδρώτα μου μεταλλάσσοντας τον σε ένα χαρτί που το ονομάζουν χρήμα και είναι ο μοναδικός Θεός.

Ε: Πού γεννήθηκες;

Α: Σε να κόσμο όπου η εκμετάλλευση των λίγων έναντι των πολλών είναι ο κανόνας του

Ε: Ποια είναι η θρησκεία σου;

Α: Η θρησκεία του χρήματος

Ε: Ποια καθήκοντα σου επιβάλλει η θρησκεία σου;

Δυο κύρια καθήκοντα: το καθήκον της παραίτησης και το καθήκον της εργασίας. Η θρησκεία μου μου επιβάλλει να παραιτηθώ από τα δικαιώματά μου πάνω στη γη, την κοινή μας μητέρα, πάνω στα πλούτη που κρύβουν τα σπλάχνα της, πάνω στην γονιμότητα του εδάφους της και την γονιμοποίησή της από τη ζέστη και το φως του ήλιου. Μου επιβάλλει να παραιτηθώ από το δικαίωμα να έχω έλεγχο πάνω στην εργασία των χεριών και του μυαλού μου, μου επιβάλλει ακόμα να παραιτηθώ από τα δικαιώματα πάνω στον ίδιο μου τον εαυτό: από τη στιγμή που περνάω το κατώφλι της εργασίας μου, δεν ανήκω πια στον εαυτό μου, είμαι κτήμα του αφεντικού μου. Η θρησκεία μου μου επιβάλλει να δουλεύω από μικρός ως τον θάνατό μου, να δουλεύω μέρα νύχτα, να δουλεύω πάνω στη γη, κάτω από τη γη και μες στη θάλασσα. Να δουλεύω παντού και πάντα. Να δουλεύω και να μη ζω και όταν δεν έχω δουλειά να είμαι ένα πλεόνασμα προς απόσυρση. Να είμαι ανακυκλώσιμο υλικό, λίπασμα για τη γη, μία μακάρια ευχή γραμμένη στο χαρτί ενός παπά. Ούτε καν μία ανάμνηση μιας όμορφης στιγμής.

Ε: Σου επιβάλλει και άλλα καθήκοντα;

Α: Ναι. Να συνεχίζω να πεινώ όλο το χρόνο. Να ζω με στερήσεις χωρίς να χορταίνω ποτέ. Να καταπνίγω όλες τις σαρκικές μου ανάγκες και τις πνευματικές αναζητήσεις, να θάβω βαθειά στην ανυπαρξία κάθε στιγμή χαράς, ελευθερίας. Κάθε στιγμή απόλαυσης της ζωής.

Ε: Και ποια καθήκοντα σου υπαγορεύει απέναντι στον εαυτό σου;

Α: Να καταναλώνω ότι μου πουλούν ακόμη και αν δεν έχω να το αγοράσω. Να πιστεύω ότι χωρίς την απόκτηση κάθε άχρηστου πράγματος που μου πλασάρουν, ότι δεν ζω πραγματικά και ότι είμαι εκτός των κανόνων ευζειν της κοινωνίας, αλλά να συνεχίζω να ζω μέσα στη φτώχεια και την εξαθλίωση γιατί εκεί ανήκω.

Ε: Ποια είναι τα καθήκοντα που η θρησκεία σου σου επιβάλλει απέναντι στην κοινωνία;

Α: Να αυξάνω τον πλούτο των λίγων που μας διαφεντεύουν πρώτα με τη δουλειά μου και μετά με τις αποταμιεύσεις μου.

Ε: Τι σου επιβάλλει να κάνεις με τις οικονομίες σου;

Α: Να τις καταθέτω στις εκκλησίες που ονομάζουμε τράπεζες για να καλύπτουν το μόνιμο έλλειμμα τους που οι δεσπότες τους δημιουργούν και να τις εμπιστεύομαι σε φιλάνθρωπους οικονομολόγους για να τις δανείζουν στα αφεντικά μου. Τις οικονομίες μας πρέπει να τις βάζουμε πάντα στη διάθεση των αφεντικών μας.

Ε: Σου επιτρέπει να αγγίζεις τις καταθέσεις σου;

Α: Όσο το δυνατόν σπανιότερα. Με έχει εκπαιδεύσει να μην επιμένω όταν το Κράτος αρνείται να μου τις αποδώσει και να παραιτούμαι από κάθε διεκδίκηση όταν οι φιλάνθρωποι οικονομολόγοι, προλαβαίνοντας τις ανάγκες μου, αναγγέλλουν ότι οι οικονομίες μου έγιναν καπνός., γιατί τις σπατάλησα και ας μην σήκωσα ποτές μου ούτε ένα νόμισμα.

Ε: Έχεις πολιτικά δικαιώματα;

Α: Βεβαίως! Τα αφεντικά μου, μου έχουν παραχωρήσει την αθώα διασκέδαση να εκλέγω τους διαχειριστές της ζωής μου της αρεσκείας τους. Ακόμη και τους νομοθέτες που φτιάχνουν νόμους για να τιμωρούν εμάς και να αθωώνουν αυτούς. Αλλά δεν θέλουν  να ασχολούμαι με την πολιτική και κάποιες ιδέες που την λένε ελευθεριακές γιατί όπως μου λένε είναι επικίνδυνες για τη κατάσταση που μου έχουν επιβάλει να ζω.

Ε: Η θρησκεία σου είναι παντοδύναμη;

Α: Ναι. Το να πιστεύεις σε αυτή μου εξασφαλίζει όλα τα επίγεια αγαθά αρκεί να καταθέτω πάντα τον όβολό μου. Επίσης τιμωρεί σκληρά όποιον δεν πιστεύει σε αυτή, αποστρέφοντας τους άπιστους. Όταν αποστρέφει το πρόσωπό της από μια οικογένεια και ένα έθνος, αυτά βυθίζονται στην αθλιότητα και τον πόνο. Η δύναμη της θρησκείας του χρήματος μεγαλώνει όσο αυξάνεται ο όγκος του. Κάθε μέρα κατακτά και καινούργια κράτη. Κάθε μέρα μεγαλώνει το κοπάδι των σκλάβων που, σ’ όλη τους τη ζωή είναι ταγμένοι να αυξήσουν τον όγκο του.

Ε: Πώς σε ανταμείβει η θρησκεία σου;

Α: Προσφέροντας μου συνεχώς δουλειά ώστε μέσα από αυτή να δοξάζεται το μεγαλείο της και η παντοδυναμία της.

Ε: Ποιες είναι οι προσευχές σου;

Α: Δεν προσεύχομαι καθόλου με λόγια. Η δουλειά είναι η προσευχή μου. Κάθε προφορική προσευχή θα παρενοχλούσε την αποδοτική προσευχή της δουλειάς.

Ε: Μετά το θάνατο, ποια θα είναι η ανταμοιβή σου;

Α: Πολύ μεγάλη! Μετά το θάνατο, η θρησκεία μου υπόσχεται αιώνια γαλήνη και ξεκούραση, θα με αφήσει να κάτσω και να ξαποστάσω. Δεν θα υποφέρω πια από το κρύο και την πείνα, δεν θα αγωνιώ για το καθημερινό ψωμί, ούτε για εκείνο της επόμενης μέρας. Θα απολαμβάνω την αιώνια ανάπαυση του τάφου. Ο Θεός  είναι γενναιόδωρος απέναντι στους πιστούς του υπηρέτες.

Ευάγριος Αληθινός