Λίγα λόγια για τον Αναρχικό Χριστόφορο Μαρίνο

0
224

Υπάρχουν στιγμές που η καρδιά χτυπάει γρήγορα. Η αναπνοή κόβεται. Τα χέρια μουδιάζουν και ο ιδρώτας καλύπτει κάθε εκατοστό του κορμιού σου. Είναι οι φορές που αποφασίζεις να βαδίσεις εκεί που οι άλλοι δεν μπορούν. Εκεί που θα κάνεις τις ιδέες σου πράξη. Εκεί που θα συναντήσεις τη συνείδησή σου. Σκοτεινός δρόμος. Δύσκολος. Εκεί συνήθως είσαι μόνος. Οι ούτως ή άλλως λίγοι (ποσοτικά και ποιοτικά) που σου είχαν πει πως θα σταθούν δίπλα σου σε εγκαταλείπουν και μένεις να προχωράς ολομόναχος για να φτάσεις στο τέλος. Το τέλος που το βλέπεις να έρχεται αλλά εσύ -ακόμα και αν τρέμεις εκείνη την ώρα- επιλέγεις να πας μπροστά του και να σταθείς με το κεφάλι ψηλά. Να το κοιτάξεις κατάματα και να του πεις: «Όλα τα ρολόγια δείχνουν τους ανέμους που θα έρθουν»…

Ο Χριστόφορος Μαρίνος γεννήθηκε το 1967. Όσοι τον γνώρισαν (και είναι εξαιρετικά λίγοι αυτοί που πραγματικά τον γνώρισαν) μιλούν για έναν άνθρωπο σπάνιο και ευαίσθητο. Από μικρός είχε μια φυσική απέχθεια απέναντι σε οτιδήποτε είχε σχέση με την εξουσία και το κράτος. Λένε πως με τα χίλια ζόρια έβγαλε αστυνομική ταυτότητα ενώ στο σχολείο του πήγαινε στον μαυροπίνακα της τάξης του, έπαιρνε το σφουγγάρι έσβηνε αυτά που είχαν γράψει οι δάσκαλοι και έγραφε: «Είστε σκλαβάκια»! Φράση που αφορούσε τόσο τους καθηγητές όσο και τους μαθητές…

Για κάποιους ο δρόμος που είχε να ακολουθήσει ο Χριστόφορος ήταν μονόδρομος. Αποφάσισε πως είτε είσαι καταπιεστής είτε είσαι καταπιεσμένος έχει μικρή διαφορά. Και τα δύο ήταν μακριά από τη δική του ηθική. Κάνει τα πρώτα του κινηματικά βήματα στις αρχές της δεκαετίας του 80′. Η εξέγερση του Πολυτεχνείο το 73′ ήταν ακόμα νωπή ενώ ταυτόχρονα ο Αναρχικός χώρος στην ελλάδα προσπαθεί να φτιάξει κάτι που για πολλούς ακόμα και σήμερα είναι άπιαστο όνειρο. Η ομοσπονδοποίηση των αναρχικών! Πραγματοποιούνται δυο πανελλαδικά συνέδρια και λίγο μετά η «Ένωση Αναρχικών» είναι γεγονός. Ο Χριστόφορος Μαρίνος γίνεται αμέσως μέλος με έντονη δράση. Οι εσωτερικές έριδες είναι πολλές και φαίνεται πως κάνουν τον Χριστόφορο να αναζητήσει άλλα μονοπάτια.

Το όνομά του γίνεται για πρώτη φορά γνωστό τον Οκτώβριο του 1987. Ο Μαρίνος μαζί με τον Μιχάλη Πρέκα και τον Κλέαρχο Σμυρναίο επιχειρούν να απαλλοτριώσουν στη Καλογρέζα ένα κρατικό όχημα που διαθέτει ασύρματο. Ένας φιλήσυχος πολίτης τους βλέπει και σαν γνήσιος ρουφιάνος ειδοποιεί τους μπάτσους οι οποίοι σε χρόνο μηδέν έχουν περικυκλώσει την περιοχή. Οι τρεις αντιλαμβάνονται πως δεν θα γλιτώσουν. Ο Σμυρναίος κρύβεται κάτω από ένα όχημα όπου και συλλαμβάνεται μετά από λίγο. Οι Πρέκας και Μαρίνος μπαίνουν σε μια πολυκατοικία και προσπαθούν να βρουν καταφύγιο μέσα σε κάποιο διαμέρισμα.

Μπαίνουν μέσα στο σπίτι του Nικου Kαρνή. Όχι σαν εισβολείς αλλά σαν άνθρωποι κυνηγημένοι που ζητούν βοήθεια. Ο πατέρας της οικογένειας προφασιζόμενος πως πάει να ετοιμάσει το αυτοκίνητο για την διαφυγή τους βγαίνει από το σπίτι και ειδοποιεί την αστυνομία! Λίγα λεπτά μετά ΕΚΑΜ και Αντιτρομοκρατική είναι κάτω από το σπίτι. Ο Xριστόφορς Mαρίνος βλέπει τρομοκρατημένα τα δύο ανήλικα κορίτσια της οικογένειας τα πλησιάζει και τους λέει: «Mην φοβάστε. Δεν είμαστε έμποροι ναρκωτικών. Aναρχικοί είμαστε, κυνηγημένοι από την αστυνομία. Aν πάνε όλα καλά, θα σας στείλουμε λουλούδια και θα τα ξεχάσετε όλα. Δεν θέλουμε να σας τραυματίσουμε ούτε ψυχικά»! Την ίδια στιγμή ο Μιχάλης Πρέκας, που πλέον έχει καταλάβει ότι δεν υπάρχει διέξοδος, ειδοποιεί τα κανάλια «για να δουν όλοι πως πεθαίνουν οι αναρχικοί», ξεκινάει την έφοδο για τον ουρανό. Βγαίνει στο μπροστινό μπαλκόνι κι εκεί οι μπάτσοι τον εκτελούν.

Μετά από λίγο ο Χριστόφορος παραδίνεται. Από εκεί και πέρα ξεκινάει ένα ανελέητο κυνήγι από το κράτος το οποίο τον βρίσκει επί της ουσίας να παλεύει μόνος του απέναντι σε όλους. Μετά από λίγα χρόνια αποφυλακίζεται και λίγο καιρό αργότερα διαφεύγει στην Ουγγαρία. Εκεί τον απαγάγουν Έλληνες μπάτσοι και επιστρέφει στην Ελλάδα. Ακολουθεί η δίκη του για δεκάδες κακουργήματα όπου αθωώνεται. Το κράτος όμως δεν έχει καμία διάθεση να τον αφήσει ήσυχο. Το 1992 σε μια προφανώς στημένη υπόθεση η αστυνομία συλλαμβάνει στα Εξάρχεια τον Μαρίνο και τον Ν.Σκυφτούλη για κλοπή αυτοκινήτου. Ένα μήνα μετά αθωώνονται. Το 1994 ξανασυλλαμβάνεται για να ξανααθωωθεί για μια κλοπή… μπουφάν από το «Μινιόν».

Το 1995 το κράτος αποφασίζει να παίξει το τελευταίο του χαρτί απέναντι στον κίνδυνο που λέγεται Χριστόφορος Μαρίνος (ο οποίος στο μεταξύ έχει ήδη απομονωθεί από ένα μεγάλο κομμάτι του «χώρου»). Συλλαμβάνεται για ακόμα μια φορά καθώς σύμφωνα με την αστυνομία είχε εμπλοκή στην ένοπλη ληστεία στο Γενικό Nοσοκομείο Nικαίας και το φόνο του ταμία Δημήτρη Mαντούβαλου. Οι συγκατηγορούμενοι του λένε πως εκείνος φταίει για το φόνο ενώ ένα μεγάλο κομμάτι του «χώρου» του αποδίδει σχέσεις με την Ασφάλεια. Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Χριστόφορος αποφασίζει να ξαναβαδίσει ολομόναχος και πραγματοποιεί την σκληρότερη απεργία πείνας που έχει γίνει ποτέ στον ελλαδικό χώρο αφού τρεις φορές πέφτει σε κώμα και άλλες τόσες οι γιατροί τον επαναφέρουν την τελευταία στιγμή. Αποφυλακίζεται με περιοριστικούς όρους αλλά το τίμημα για την απελευθέρωση του Μαρίνου ήταν βαρύ. Η φυλακή έξω είναι μεγαλύτερη και πιο σκληρή από αυτήν εκεί μέσα. Ο Χριστόφορος έχει πλέον κλονιστεί. Όλα έχουν αλλάξει. Τίποτα δεν είναι πλέον το ίδιο. Ούτε καν αυτός…

Το καλοκαίρι του 1996 σπάει τους περιοριστικούς όρους και φεύγει για διακοπές με την σύντροφό του. «Φοβάμαι… Φοβάμαι για το αύριο. Θα με φάνε», έλεγε ο ίδιος συνέχεια. Στην επιστροφή και όταν πλέον το καράβι έφτασε στον Πειραιά η σύντροφός του τον αφήνει μόνο του στη καμπίνα με τον αριθμό 53 για να πάει να ετοιμάσει τα πράγματα τους. ΕΚΑΜιτες εισβάλλουν μέσα στο πλοίο και λίγα λεπτά αργότερα ο Χριστόφορος Μαρίνος «αυτοκτονεί»! Με ένα όπλο διαφορετικού διαμετρήματος από τη σφαίρα που βρέθηκε μέσα του. Ήταν 23 Ιουλίου 1996 τότε που ως γνήσιος συνεχιστής της αναρχικής επαναστατικής παράδοσης αντάμωσε τον θάνατο αγωνιζόμενος.

via omniatv.com