Αθήνα: Τσιριτσάντουλες και Buffonata – Δυο παραστάσεις αυτοοργανωμένου θεάτρου

0
192

Προσοχή!! Λογω καταστολής της αστυνομίας στον Λοφο του Στρεφη η παράσταση μεταφερεται στο Πολυτεχνείο.

Την Παρασκευή 6/7 οι Τσιριτσάντσουλες συναντούν τη θεατρική ομάδα Buffonata σε μια βραδιά αυτοοργανωμένου θεάτρου στο θεατράκι του λόφου του Στρέφη. Δυο ομάδες με κοινή αφετηρία και βίους παράλληλους τις δύο τελευταίες δεκαετίες, δίνουν ραντεβού στο δημόσιο χώρο και συνομιλούν μέσα από τις παραστάσεις τους:

Στις 21:00 οι Τσιριτσάντσουλες θα παρουσιάσουν σε παγκόσμια πρώτη την νέα υπερπαραγωγή τους “Το Φράκο”, μια μονόπρακτη φάρσα του Ντάριο Φο.

Στις 22:00 η Buffonata θα κλείσει τον πρώτο της κύκλο των παραστάσεων του έργου “5 μονόπρακτα του Harold Pinter”.

Είσοδος με ελεύθερη συνεισφορά…

“Το Φράκο”

Παίζουν: Γιάννης Αδρίμης, Νίκος Σαρηγιάννης, Ντίνα Μαυρίδου, Μαρίνος Μουζάκης
Διασκευή, σκηνοθεσία, κοστούμια: Τσιριτσάντσουλες
Μετάφραση: Γιάννης Αδρίμης
Στίχοι: Νίκος Σαρηγιάννης
Μουσική: Μαρίνος Μουζάκης
Χορογραφίες: Ηρώ Κατσιφλώρου
Σκηνικό: Διονύσης Ματαράγκας
Κατασκευή σκηνικού: Κώστας Βαλατσός
Οργάνωση παραγωγής: Ντίνα Μαυρίδου
Παραγωγή: Τσιριτσάντσουλες 2018

Υπόθεση
Ένας σκουπιδιάρης βρίσκει στον κάδο του έναν άντρα γυμνό και προσφέρεται να τον βοηθήσει να γυρίσει σπίτι του. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά όσο δείχνουν εκ πρώτης όψεως.

Για την παράσταση
Το μονόπρακτο έργο του Ντάριο Φο «Ο γυμνός άντρας και ο άντρας με το φράκο» αποτέλεσε μέρος της παράστασης «Κλέφτες, ανδρείκελα και γυμνές γυναίκες» που ανέβηκε το 1958 στο Πίκολο Τεάτρο του Μιλάνο, από το νέο τότε θίασο των Φο-Ράμε. Η γραφή των τεσσάρων μονόπρακτων της παράστασης, σε πρώτη ανάγνωση, ελάχιστα θυμίζει το φανερά στρατευμένο ύφος του Ντάριο Φο και της Φράνκα Ράμε που γνωρίζουμε στο μετά το ’68 έργο τους. Πρόκειται για τέσσερις φάρσες καταστάσεων με έντονες αναφορές στο θέατρο του παραλόγου και τον Μπέκετ. Ωστόσο, ξαναδιαβάζοντάς το αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι πως πίσω από κάθε σελίδα, κάθε ατάκα, κάθε κρυμμένο αυτοσχεδιασμό είναι πάντα αυτοί: Ο Φο και η Ράμε.
Ο ακατάπαυστος ρυθμός, οι ευφυέστατες κωμικές ατάκες, η συμμετοχή του κορμιού, ο οίστρος… και μετά αντιλαμβάνεσαι πως οι ήρωες δεν είναι ίδιοι με εκείνους του θεάτρου του παραλόγου. Οι παράλογες καταστάσεις προκύπτουν από τον παραλογισμό της ζωής όπως τη βιώνουμε καθημερινά και οι χαρακτήρες αγγίζουν περισσότερο τα στερεοτυπικά γνωρίσματα της κομέντια ντελ άρτε, παρότι είναι βγαλμένοι κατ’ ευθείαν από το σήμερα (αν και το έργο είναι γραμμένο το ’58). Κι όσο προχωράς στον κόσμο τους τόσο ξεπροβάλλει, όλο και πιο ανάγλυφα, η κοινωνική και ταξική ματιά δύο βαθιά πολιτικών ανθρώπων. Σε τελική ανάλυση, τα τέσσερα αυτά μονόπρακτα αποτελούν την απάντηση και το σχόλιό τους πάνω στη θεατρική τάση που είχε επηρεάσει την εποχή εκείνη όλη την Ευρώπη.
Εμείς βασιστήκαμε στο μονόπρακτο «Ο γυμνός άντρας και ο άντρας με το φράκο», ένα έργο που δεν έχει μεταφραστεί και παιχτεί στα ελληνικά. Το μεταφράσαμε, το διασκευάσαμε για να έρθει στα δικά μας μέτρα, το εμπλουτίσαμε με πρωτότυπα τραγούδια και χορογραφίες και το παρουσιάζουμε με τον τίτλο «Το φράκο».

“5 μονόπρκτα του Harold Pinter”

Το σκηνικό είναι δυστοπικό. Ο χώρος απροσδιόριστος. Κάποιες κρεμάστρες και μια καρέκλα στην μέση της σκηνής. Δυο άντρες με στολές προστασίας κάνουν υπολογισμούς.
-Πρέπει να δεχτείς αυτόν τον αριθμό. Να δεχτείς τον αριθμό.
-Είκοσι εκατομμύρια νεκροί;
-Ακριβώς.
Τη θέση στην καρέκλα των επιστημών που υπολογίζουν ανέκφραστoι με κάθε λεπτομέρεια τη ζωή και τον θάνατο, παίρνει αυτη τη φορά ο διευθυντής του εργοστασίου. Οι εργάτριες και οι εργάτες δεν νοιάζονται για το ύψος του μισθού τους ούτε για την αίθουσα μπιλιάρδου που διαθέτει το εργοστάσιο. Δεν έχουν πια κανένα αίτημα προς το αφεντικό τους. Έχουν σιχαθεί τα προϊόντα που παράγουν κάθε λεπτό της μέρας και το μόνο που θέλουν να δημιουργήσουν είναι πρόβλημα. Να σαμποτάρουν την παραγωγική διαδικασία και για μετά βλέπουμε. Και τη θέση της εργάτριας, που απολαμβάνει να βλέπει το αφεντικό της να μην μπορεί να καταλάβει αυτήν την άρνηση, θα πάρουν δυο άντρες οι οποίοι θα μεταμορφωθούν πάνω στην σκηνή σε ανακριτές και θα βασανίσουν έναν τύπο, όχι τελείως ράντομ, συνεισφέροντας όπως λένε στην συνέχιση τον δημοκρατικών διαδικασιών. Στα μονόπρακτα του Πίντερ ο χώρος και ο χρόνος τοποθετούνται αφηρημένα, ο μοναδικός άξονας του νοήματος ειναι το ζήτημα της εργασίας καθε φορά απο μια διαφορετική όψη. Και ξανά ο νεαρός βιολόγος στη συνέντευξη για δουλειά θα βασανιστεί ψυχολογικά όπως τόσες και τόσοι άλλοι/ες πριν και μετά απο αυτόν για μια θέση των 431,75 ευρώ. Ακριβώς. Μόνο που στη θέση του θύτη, θα είναι μια γυναίκα η οποία με τη σειρά της επιστρέφει λίγη απο την βία που έχει δεχθεί από τους άντρες. Οι ήρωες του Πιντερ είναι πάντοτε τοποθετημένοι και κλεισμένοι στους τέσσερις τοίχους ενός γραφείου. Περιορισμένοι και εγκλωβισμένοι. Μοναχοί και μόνοι.
-“Φοβάμαι ότι θα πεθάνω. Είμαι μόνος σ’αυτο το γαμημένο γραφείο και κανείς δεν μ’αγαπάει”, ξεσπάει ο εργαζόμενος στο τηλεφωνικό κέντρο της εταιρίας Ραδιοταξί. Όλοι τους σχεδόν πάσχουν από μνήμη. Και ανά πάσα στιγμή μεταφράζουν, παραφράζουν,φονεύουν η επινοούν οι ίδιοι το παρελθόν τους. Σαν να στέκονται μετέωροι ανάμεσα σε δύο χρονικές βαθμίδες, το αιώνιο παρόν Τότε και το διαρκώς ανύπαρκτο Τώρα. Και το μέλλον ένα τέρας μπροστά τους. Ο οδηγός ταξί δεν θυμάται τι έκανε όλα αυτά τα χρόνια, έχει περάσει την μισή ζωή του μέσα σε ενα αμάξι, και παρκάροντας το σε ένα πάρκο, αγνοώντας τις εντολές που του δίνει ο υπάλληλος του τηλεφωνικού κέντρου, αποφασίζει να περάσει εκεί μέσα και την άλλη μίση. Κι όμως. Ακόμη και σε αυτό το κλειστό μικροσύμπαν που θυμίζει ενυδρείο, όπου οι πρωταγωνιστές και οι πρωταγωνίστριες μοιάζουν με χρυσόψαρα και ολα φαίνονται τακτοποιημένα, κυοφορείται η έκπληξη. Η ανατροπή. Όλα ειναι δυνατά. Και στο πιο κλειστοφοβικό περιβάλλον, μέσα σε ένα ταξί μπορεί να εισχωρήσει ο έρωτας. Στο τέλος υπάρχει η φυγή. Ο υπάλληλος στο τηλεφωνικό κέντρο ανοίγει την πόρτα του γραφείου και δραπετεύει απροσδιόριστα. Για το πουθενά. Ακόμα και τα ενυδρεία άλλωστε έχουν έξοδο κινδύνου. ‘Ολα τα μονόπρακτα μοιάζουν με μικρά μαύρα ανέκδοτα.Τα πάντα παρουσιάζονται κωμικά η τουλάχιστον αθώα, έως ότου προβάλλει στην επιφάνεια η ωμότητα της καθημερινότητας και ο κυνισμός του μεταπολεμικού κοσμου. Οι ήρωες και οι ηρωίδες της παράστασης ξεπροβάλλουν μέσα απο το κοινό μόνο για να ξαναεπιστρέψουν στην συνέχεια. Ο θεατής γίνεται συμμέτοχος των καταστάσεων που βιώνουν οι ήρωες. Είναι ένας απο τους είκοσι εκατομμύρια νεκρούς, ο πολιτικός κρατούμενος που βασανίζεται απο τους ανακριτές, η εργάτρια του εργοστασίου που σιχάθηκε τα εργαλεία που παράγει η ίδια, ο οδηγός ταξί που ξέμεινε σε ενα πάρκο, ο νεαρός που ψάχνει δουλειά, ή η τύπισσα που ξέρει πως εκείνοι φέρονται έτσι γιατι τις φοβούνται. Όταν σβήσουν τα φώτα και φύγουν οι ηθοποιοί, το κοινό θα πάρει τη θέση τους. Θύτης και θύμα ταυτόχρονα. Τα πάντα είναι δυνατά. Οι γιατροί είπαν πως ο Χάρολντ Πίντερ πέθανε απο καρκίνο στο συκώτι. Και σίγουρα οι περισσότεροι φαντάζονται πως έπινε πολύ. Μάλλον έπινε. Οι γιατροί συνηθίζουν να ονομάζουν καρκίνο αυτό που δεν καταλαβαίνουν. Ο Πίντερ δεν πέθανε. Άφησε το συκώτι του δίπλα στους μαύρους της νότιας Αφρικής, δίπλα στους Παλαιστίνιους, στους Αφγανούς, δίπλα στους εργάτες γονείς του που χρόνια πριν πέθαναν απο την ίδια ακαθόριστη αιτία.Το άφησε σε μικρά μονόπρακτα που με το πέρασμα του χρόνου μοιάζουν ολο και περισσότερο με τη ζωή.. Με τη ζωή μας.